26. cvičení – Kmeny s nazálou

Substantiva s kmenem na -ν-

ὁ ποιμήν ‘pastýř’ ὁ γείτων ‘soused’ ὁ Ἕλλην ‘Řek’ ὁ λειμών ‘louka’
nom. ποιμήν γείτων Ἕλλην λειμών
gen. ποιμέν-ος γείτον-ος Ἕλλην-ος λειμῶν-ος
dat. ποιμέν-ι γείτον-ι Ἕλλην-ι λειμῶν-ι
acc ποιμέν-α γείτον-α Ἕλλην-α λειμῶν-α
voc. ποιμήν γεῖτον Ἕλλην λειμών
Pl.
nom. ποιμέν-ες γείτον-ες Ἕλλην-ες λειμῶν-ες
gen. ποιμέν-ων γειτόν-ων Ἑλλήν-ων λειμών-ων
dat. ποιμέ-σι(ν) γείτο-σι(ν) Ἕλλη-σι(ν) λειμ-σι(ν)
acc. ποιμέν-ας γείτον-ας Ἕλλην-ας λειμῶν-ας
voc. = nom. = nom. = nom. = nom.
  • nom. sg. nemá -ς; vyznačuje se vždy dlouhým stupňem

  • voc. sg.:

    • u oxyton se shoduje s nom. sg.: ποιμήν, λειμών

    • u některých substantiv má voc. sg. plný stupeň a zvratný přízvuk: ὦ Ἀγάμεμνον od Ἀγαμέμνων, ὦ Ἄπολλov od Ἀπόλλων

  • v ostatních pádech je buď plný, nebo dlouhý stupeň podle nom. sg.

  • dat. pl. neobsahuje kmenový konsonant -ν-; délka vokálu před koncovkou kopíruje většinu pádů v paradigmatu

  • archaické slovo ὁ (ἡ) κύων ‘pes’ střídá všechny tři stupně základu (dlouhý κυων, plný κυον- a nulový κυν-)

    • singulár: κύων, κυνός, κυνί, κύνα, κύον

    • plurál: κύνες, κυνῶν, κυσί(ν), κύνας, κύνες

Adjektiva s kmenem na -ν-

  • menší počet adjektiv s -ν- je trojvýchodných:
Masc. Fem. Neut.
nom. μέλᾱς ‘černý’ μέλαινα μέλαν
gen. μέλανος μελαίνης μέλανος
dat. pl. μέλασι(ν) μελαίναις μέλασι(ν)
nom. τέρην ‘útlý’ τέρεινα τέρεν
gen. τέρενος τερείνης τέρενος
dat. pl. τέρεσι(ν) τερείναις τέρεσι(ν)
  • většina adjektiv s -ν- jsou dvojvýchodná adj., obyčejně na masc. a fem. -ων, neut. -ον:
Masc. a fem. Neut.
nom. εὐδαίμων ‘blažený’ εὔδαιμον
gen. εὐδαίμον-ος εὐδαίμον-ος
dat. εὐδαίμον-ι εὐδαίμον-ι
acc. εὐδαίμον-α εὔδαιμον
voc. εὔδαιμον εὔδαιμον
Pl.
nom. εὐδαίμον-ες εὐδαίμον-α
gen. εὐδαιμόν-ων εὐδαιμόν-ων
dat. εὐδαίμο-σι(ν) εὐδαίμο-σι(ν)
acc. εὐδαίμον-ας εὐδαίμον-α
voc. = nom. = nom.
  • jedno adjektivum má -ην: masc. a fem. ἄρρην, neut. ἄρρεν, gen. ἄρρενος ‘mužský’

Stupňování adjektiv

  • adjektiva na -ων, -ον mají v komparativu a superlativu základ rozšířen o -εσ-, -έσ-τερος, -έσ-τατος
Pozitiv Komparativ Superlativ
εὐδαίμων, -ον εὐδαιμον-έσ-τερος, -ᾱ, -ον εὐδαιμον-έσ-τατος, -η, -ον
σώφρων, -ον σωφρον-έσ-τερος, -ᾱ, -ον σωφρον-έσ-τατος, -η, -ον
μέλᾱς, -αινα, -αν μελάν-τερος, -ᾱ, -ον μελάν-τατος, -η, -ον

Věty

1. Ὁ ἀγαθὸς γείτων τοῖς ἑαυτοῦ γείτοσιν οὔποτε κακὰ συμβουλεύει. 2. Χειμῶνος τὰ τέκνα τῇ χιόνι χαίρει. 3. Ὅμηρος Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν ὀνομάζει. 4. Ἡ τῶν Ἑλλήνων στρατιὰ ἐπίστευε Ξενοφῶντι, τῷ σώφρονι καὶ τοῦ πολέμου ἐμπείρῳ ἡγεμόνι. 5. Ὦ τάλαν Ἀγάμεμνον, τιμιώτατε τῆς Ἑλλάδος ἡγεμόνων, πικροτάτη ἦν σοι ἡ τοῦ βίου τελευτή! 6. Τοῖς ποιμέσιν οἱ κύνες πιστοί εἰσι φύλακες τῶν ἀγελῶν. 7. Ἐν τῷ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερῷ Πυθία ἐμαντεύετο. 8. Τοῖς Ἕλλησι ἐν τοῖς ἀγῶσι στέφανος ἐλαίας ἦν μισθὸς τῆς νίκης. 9. Ἡ μελαντάτη Ἅιδου οἰκία τοῖς σώφροσι φόβον οὐκ ἐμβάλλει. 10. Πολλάκις ἄνθρωπος βίον μὲν ἔχει εὐδαίμονα, τελευτὴν δὲ τάλαιναν.

ὁ Ἕλλην, νος – Hellen, Řek
ὁ λειμών, ῶνος – louka
ὁ ποιμήν, ένος – pastýř
ὁ γείτων, γείτονος – soused
ὁ, ἡ κύων, κυνός – pes
ὁ Ἀπόλλων, ωνος – Apollón, bůh věštění a básnictví
εὐ-δαίμων, εὔ-δαιμον – blažený
τάλᾱς, τάλαινα, τάλαν – ubohý
ὁ χειμών, ῶνος – zima
χειμῶνος (gen. času) – v zimě
ἡ χιών, χιόνος – sníh
ὁ Ἀγαμέμνων, ovoς – Agamemnon, vůdce Řeků před Trójou
ὁ λᾱός, oυ (i v pl.) – lid
ὁ Ξενοφῶν, ῶντος – Xenofón, řecký dějepisec
σώ-φρων, σῶ-φρον – rozumný
ὁ ἡγεμών, όvoς – vůdce
ἡ ἀγέλη, ης – stádo
ὁ ἀγών, ῶνος – zápas
μέλᾱς, μέλαινα, μέλαν – černý
ὁ Ἅιδης, ου – Hádes, bůh podsvětí
ἡ τελευτή, ῆς – konec, smrt

Křížové odkazy

s. 41–42
III. deklinace: Kmeny nosové § 101, 102, 103, 104, 135.2.